…
- ῾Ο Θεμιστοκλῆς μία φορὰ ἐρωτήθη ποῖο τραγούδι θὰ τὸν εὐχαριστοῦσε καλύτερα· ἀπεκρίθη: ἐκεῖνο ποὺ ἐγκωμιάζει τὴν ἀρετήν του. Καὶ ὁ Σπαρτιάτης βασιλέας πρὶν χυμήξει στὸν ἐχθρόν, ἔστησε θυσίαν εἰς τὲς Μοῦσες καὶ ἐδέετο ἀπὸ τὲς θεὲς νὰ κάμουν περίφημο τὸ ὄνομά του καὶ τῶν συντρόφων του εἰς τὸν κόσμο· καὶ εἰσακούσθη ἡ δέησις τῶν Ἡρώων. Καὶ ὁ μαθητὴς τοῦ Ἀριστοτέλους ἐφθονοῦσε τὸν Ἀχιλλέα ὁποὺ ηὖρεν ἄξιον ἐγκωμιαστὴν τῆς ἀνδραγαθίας του.
- Πλὴν, τὶ αναφέρω παλαιοὺς ἄνδρας ; Εἶδα μονογενῆ υἱὸν ἑνὸς μυλωνᾶ· τὸν εἴδα εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς ἐπαναστάσεως νὰ θέλει νὰ παρατήσει γονεῖς, ἀδελφὲς, διὰ νὰ ἀγωνισθεῖ εἰς τοὺς πολέμους· ἐναντιώνοντο ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα του· πολλὰ τοῦ ἔλεγαν οἱ δύο γέροντες· ἀλλὰ ὁ νέος ἦτον ἰσχυρὸς εἰς τὴν γνώμην του· τί τὸν παρακινεῖ, τοῦ εἶπαν, νὰ ὑπάγει εἰς τὸν πόλεμον ; Ὁ πόθος, ἀπεκρίθη ὁ νέος, νὰ μοῦ ἐβγάλουν τραγούδι.
Ἱδοὺ ψυχὴ καταγομένη τῷ ὄντι ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς Ἕλληνας, οἱ ὁποῖοι εἰς τὰς καθημερινάς των παρακλήσεις ἐδέοντο τῶν Θεῶν νὰ εἶναι ἀθάνατοι εἰς τὴν μνήμη τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλ’ ἔπειτα ἀπὸ εἴκοσι αἰώνας ὁ Ἐπίτροπος τῆς Ἐπικρατείας κηρύττει ὅτι ὁ Σαλαμίνιος Ναύαρχος ἧτον ἕνας ἰδιοτελής· διὰ νὰ τὸν ἐπαινέσουν ἔσωσε τὴν Ἑλλάδα εἰς τὴν Σαλαμίνα· καὶ ὁ θεῖος νέος, τὸ τέκνο τοῦ μυλωνᾶ, ὁποὺ ἴσως ἐφονεύθη εἰς τὸ Καρπενήσι ἢ εἰς τὴν Ἀράχοβα, ἧτον ἕνας ἐγκληματίας !.. Ὦ ψυχαὶ τῶν ἁγίων τοῦ ἀγῶνος ! μὴν ὀργισθεῖτε μὲ ἡμᾶς.
…
- Τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος, διὰ νὰ ἀποφύγει τὸ ἄτιμον τῆς δουλείας καὶ νὰ ἀπολαύσει τὸν ἔπαινον τῶν ἐλευθέρων ἀνδρῶν, ἐμβῆκε εἰς τὸν πολύδακρυν ἀγῶνα. Ἰδιοτελεῖς λοιπὸν εἴσασθε ὅσοι ἐξενυχτήσατε εἰς τὸ τουφέκι, τρώγοντας τοὺς πάγους τῆς αὐγῆς καὶ τὰ κρυώματα τῆς νυκτός· ἰδιοτελὴς ἦτον ὁ Καρπενησιώτης, ποὺ ἔβαλε τὸ κεφάλι του εἰς τὰ μολύβια· ἰδιοτελεῖς εἶσθε, ὦ Ἕλληνες, ποὺ ἐγεμίσατε τὰ χαρέμια τὰ Τούρκικα ἀπὸ τὰ ἀγόρια σας καὶ ἀπὸ τὲς θυγατέρες σας· ἰδιοτελεῖς ἦτον οἱ νιόνυφες νέες ποὺ ἐπαρακινοῦσαν τοὺς νυμφίους των νὰ πολεμοῦν λιονταρίσια κι ὁποὺ τώρα μαυροφορεμένες ζητοῦν ἐλεημοσύνη στὰ σταυροδρόμια· ἰδιοτελεῖς ἦτον ἕξι χιλιάδες Ἑλλήνων, ποὺ ἐξαπλώθηκαν μονομιᾶς, εἰς μίαν νύχτα ἀπέξω ἀπὸ τὰ τείχη τοῦ Μισολογγίου· ἐλαφρὴ βροχὴ ράντιζε τὴν γῆν εἰς τὸ ἔβγα τους καὶ πολλοὶ ἐφώναξαν : μᾶς κλαίει ὁ Μεγαλοδύναμος ἀπόψε !
…
Ἀποσπάσματα τῆς ἀπολογίας τοῦ Δικαστῆ Γεωργίου Τερτσέτη, ὃταν δικάζονταν μαζὶ μὲ τὸν Πρόεδρο Ἀναστάσιο Πολυζωΐδη στὸ Ἐγκληματικὸ Δικαστήριο τοῦ Ναυπλίου τὴν 27 Σεπτεμβρίου 1834, ἐπειδὴ τὸν προηγούμενο Μάϊο ἀρνήθηκαν νὰ συνυπογράψουν τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφαση στὴ δίκη τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ τοῦ Πλαπούτα.