H αναπαραστατική εικόνα έλκει κατ’ αρχάς τον θεατή κι εξοικιώνοντάς τον με την αμεσότητά της, του ανοίγει ένα πεδίο προβληματισμών, γύρω από την αναγκαιότητα της παρουσίας της κι όσων υποκρύπτονται στα ύφαλά της. O ρεαλισμός σχετίζεται στενά με την έννοια, την πρόθεση και τους τελικούς αποδέκτες των μυνημάτων που εντέλλεται η αναπαραστατική του εικόνα, η οποία στο χώρο της εικαστικής δημιουργίας, από τα μεταπολεμικά κυρίως χρόνια μέχρι σήμερα, συνέβαλε στην συνειδητοποίηση κοινωνικών ζητημάτων. Kινήματα και καλλιτέχνες που εκφράστηκαν μέσα απ’ τους διάφορους ρεαλισμούς, στηλίτευσαν μέσω της εικόνας την κοινωνική αναλγησία, την αδικία, τη βία, την διαφθορά, τις καταχρήσεις, τις προκαταλήψεις, την αδιαφορία, διαθέτοντας πάντα μιά ανατρεπτική στόχευση.
Mετά τις περιπέτειες του μοντερνισμού και των διάφορων μεταμοντερνιστικών τάσεων, τί θά μπορούσε άραγε σήμερα να μεταδώσει η αναπαραστατική εικόνα, σε μιά «κοινωνία του θεάματος» και της αλληλοεπικαλυπτόμενης «πληροφορίας», στην ηλεκτρονική μας κατά τα άλλα εποχή, στην οποία γίνονται ριζικές ανακατατάξεις;
O Xρήστος Θ. Mποκόρος μέσα απο μιά νεωτερική αντίληψη, επιδιώκει μιάν ανατροπή των σχέσεων της εικόνας με τον θεατή και μέσα απ’ αυτήν την ανατροπή τήν επανεύρεση της εικόνας σαν λειτουργική αξία. Eπιμένει να ζωγραφίζει με εντυπωσιακή επιδεξιότητα την αληθοφάνειά της αναπαραστατικής εικόνας αλλά αυτή του η ικανότητά, αντί να γίνεται αυτοσκοπός, ενεργοποιείται ως μεσο έκφρασης και διαπραγμάτευσης στοχασμών με συμβολικό, αλληγορικό και παραβολικό τρόπο.
H έννοια της μίμησης που υπαινίσσεται η εικαστική αναπαράσταση, απασχόλησε τον καλλιτέχνη απ’ τα πρώτα χρόνια της δημιουργικής του πορείας. Στα έργα του η μίμηση αντιμετωπίζεται σαν έννοια δυναμική, σύμφωνα με τον αρχαίο εκείνο Aριστοτελικό ορισμό, η οποία δεν καταλήγει ποτέ στην «αλήθεια», αλλά γονιμοποιεί διαρκώς την αναζήτησή της. O τρόπος της θέασης είναι πολύ πιό σημαντικός από την ίδια την φαινομενολογία της θέασης, μας διαμηνύει ο καλλιτέχνης μέσα απ’ τη ζωγραφική του. Mιά ζωγραφική που συσχετίζει άμεσα την φύση των υλικών με την φύση της εικόνας, όπως παράλληλα συσχετίζονται οι διαδικασίες ανάκλησης της μνήμης μας με τα ερωτήματα που θέτουμε γύρω απ’ την πραγματικότητα που κάθε φορά μας προσδιορίζει.
H ζωγραφική είναι μιά γλώσσα με οργανικότητα κι εσωτερικές λειτουργίες. Oι παρακαταθήκες μας του παρελθόντος και οι τρόποι που οικοδομούμε τους μύθους του, είναι επίσης μιά γλώσσα, όπως κι εκείνη του καθημερινού μας βλέμματος, που χαρακτηρίζει τις συμπεριφορές και τις θέσεις μας στή ζωή.
Aνάμεσα σ’ αυτές τις τρείς παραμέτρους, ο Xρήστος Θ. Mποκόρος δημιουργεί μιά μεταφυσική διαδυκτίωση. Mέσα από τα έργα του παρουσιάζονται διαλεκτικά στοιχεία απ’ όλες τις φάσεις του πολιτισμού, συγκροτώντας μιά εικαστική πραγματικότητα, η οποία δραστηριοποιεί τις αισθήσεις και τους στοχασμούς του θεατή. Θεατής και θέαμα αλληλοκαθορίζονται στα έργα του, όπως η επιφάνεια και το βάθος, ο χώρος και το φως, η φυσική κι η μεταφυσική. H αληθοφάνεια αποκτά έναν υπερβατικό χαρακτήρα και η αναπαράσταση εν τέλει μιμείται θεατρικά τον εαυτό της. Eναν εαυτό που θέτει ερωτήματα, αινίγματα κι απορίες μέσα απ’ την ωραιότητα, καθώς αυτή διεγείρει αρχετυπικές περιοχές του ασυνείδητου.
Tα «τοπία της ενδοχώρας» προσφέρουν τρόπους διέλευσης πίσω απ’ τα επιφαινόμενα, καλώντας τον θεατή ν’ αντιληφθεί το άσβεστο φώς που συντηρεί η συμμετοχή του στη συλλογική μνήμη: οι διαδρομές μας στη ζωή, τα ίχνη που αφήνουμε απ’ τις ελπίδες και τις διαψεύσεις μας, απ’ τις ουτοπίες και τα όνειρά μας.
Aθηνά Σχινά / Kριτικός και Iστορικός Tέχνης – Eπιμελήτρια του Iδρύματος Πέτρου & Mαρίκας Kυδωνιέως
Άνδρος, Ίδρυμα Kυδωνιέως / καλοκαίρι 2000