… το μήλον το εύοσμον, Χαίρε, η τέξασα.
Έκοψα μήλα απ΄ τη μηλιά.
Κι από το τίποτε που ήμουν μοναχός,
έγινα φύση και μηλιά
κι απ’ τους καρπούς μας προσδοκά να ζήσει ο κόσμος όλος.
Εμείς ο κόσμος κι οι άλλοι ο κόσμος.
Τι να μας ξεχωρίζει άραγε;
Ότι χωρίζει και τον σύμπαντα χρόνο, σε παρελθόν και μέλλον.
Το άγνωστο του άλλου που έρχεται.
Ο φόβος του κακού κι η ελπίδα το καλό μας να την ακυρώνει.
Μακάρι.