9 χρόνια μετά την τελευταία μου έκθεση στην Αθήνα, (Αδιάβαστο δάσος / Βίνιανη 2004), ξανανεβαίνω τον Δεκέμβριο, την οδό Πειραιώς, στο μουσείο Μπενάκη. Η ζωγραφική μου άσκηση αυτογνωσίας, στοχάστηκε τη σχέση μου με την καταγωγή και τη βιωμένη Ιστορία. Τελευταία παιδεύομαι με το μέτρο στα ζητούμενα του ανθρώπου. Στοχάζομαι μια λιτή ευημερία, τα απολύτως αναγκαία στη ζωή μας. Πως θα ορθώσουμε το ανάστημά μας, απαλλαγμένοι από τα περιττά. Τίτλος της έκθεσης: “Τα στοιχειώδη”.
Πάνω σε σανίδια από ορεινές γέφυρες, ζωγραφίζω κοπιώντες και πεφορτισμένους και τα ελάχιστα απαραίτητα της ζωής: λίγο φαί, νερό να ευπρεπιστούμε, ένα κατάλυμα, και μια πόρτα ανοιχτή. Η στενότητα και το μήκος των έργων επισημαίνουν τη στενότητα και το μήκος της οδού που διαβαίνουμε ως την απέναντι όχθη. Τα πεπατημένα ξύλα, ανακαλούν το πλήθος των αγνώστων που τα περπάτησαν. Πάνω τους η ζωγραφική, επιμελημένο σήμα απ’ το πέρασμά μας, αντιστέκεται στη ζωή που μας δαπανά αδαπάνητη.
Το Μουσείο Μπενάκη παρουσιάζει στον δεύτερο όροφο του κτηρίου της οδού Πειραιώς έκθεση ζωγραφικής του Χρήστου Μποκόρου. Τίτλος της: ’’Τα στοιχειώδη’’. Ο Χρήστος Μποκόρος, 9 χρόνια μετά την τελευταία του έκθεση στην Αθήνα, (Αδιάβαστο δάσος / Βίνιανη 2004), δημιουργεί ένα υπαινικτικό εικαστικό περιβάλλον, με στόχο να υπενθυμίσει την αναγκαιότητα μιας καθημερινής, λιτής ευημερίας. Στο πρώτο μέρος της έκθεσης, ξαπλωμένες ανθρώπινες φιγούρες, ακραία παραστατικές, δηλώνουν την παρουσία τους με δυναμισμό και προκαλούν τον επισκέπτη να ταυτιστεί μαζί τους, να αναγνωρίσει ίσως οικεία πρόσωπα, σπαράγματα του ατομικού και συλλογικού μας βίου. Μια μισάνοιχτη πόρτα φωτός χωρίζει τα δυο μέρη της έκθεσης. Στο δεύτερο μέρος, τα στοιχειώδη, είναι τα απολύτως αναγκαία, αλλά ταυτόχρονα τα επαρκή και ικανά να ορίσουν εκ νέου το χαμένο Μέτρο στα ζητούμενα του ανθρώπου: ’’λίγο φαί, νερό να ευπρεπιστούμε, ένα κατάλυμα, μια πόρτα ανοιχτή’’. Σημαντικό κομμάτι του έργου του είναι το υλικό που χρησιμοποιεί: Σανίδια από ορεινές γέφυρες, προορισμένα να ενώνουν τους ανθρώπους, να τους εξασφαλίζουν τη μετάβαση και την επικοινωνία, στοιχειώδεις συνθήκες για την επιβίωσή τους. Η τραχύτητα του υλικού, παρά την κοπιώδη επεξεργασία που έχει υποστεί από τον ίδιο τον καλλιτέχνη ώστε να μπορεί να αποτελέσει ζωγραφική επιφάνεια, φανερώνει τα ίχνη της προηγούμενης χρήσης του. Έτσι, ζωγραφική και υλικό μεταφέρουν δύο διαφορετικές ιστορίες που εντέλει συνομολογούν μια κοινή αφήγηση: ’’Η στενότητα και το μήκος των έργων επισημαίνουν τη στενότητα και το μήκος της οδού που διαβαίνουμε ως την απέναντι όχθη. Τα πεπατημένα ξύλα, ανακαλούν το πλήθος των αγνώστων που τα περπάτησαν. Πάνω τους η ζωγραφική, επιμελημένο σήμα απ’ το πέρασμά μας, αντιστέκεται στη ζωή που μας δαπανά αδαπάνητη.’’ Η έκθεση του Χρήστου Μποκόρου θα διαρκέσει έως τις 26 Ιανουαρίου 2014. Κατά τη διάρκεια της έκθεσης θα κυκλοφορήσει αναλυτικός κατάλογος των έργων, ο οποίος θα παρουσιαστεί στο Μουσείο Μπενάκη στις 10 Ιανουαρίου 2014. Το Σάββατο 21 Δεκεμβρίου στις 12.30 ο ίδιος ο ζωγράφος θα ξεναγήσει τους επισκέπτες της έκθεσης. Οι ξεναγήσεις θα επαναληφθούν την ίδια ώρα και τα Σάββατα 4, 11, 18 και 25 Ιανουαρίου 2014.
_______________________________________________________________________________________
Χρήστος Μποκόρος / Τα στοιχειώδη
Χρόνια αρνιόμουνα το χάρισμα και πίστευα ότι έπρεπε να παλεύω για ν’ αλλάξω τον κόσμο. Νόμιζα ότι ξέπεσα στη ζωγραφική ναυαγός. Αλλά να που άρχισα να διακρίνω την αφανή αρμονία του προφανούς. Νιώθω την ομορφιά συντελεσμένη γύρω να μας παραστέκει. Δοκιμαζόμαστε απέναντί της. Παιδευόμαστε υπηρετώντας την. Μορφώνουμε το πρόσωπό μας. Ένα μάθημα είν’ η ζωή. Επ’ αγαθώ ή όχι, εμείς θα αποφασίσουμε .
Η ζωγραφική μου άσκηση αυτογνωσίας, στοχάστηκε τη σχέση μου με την καταγωγή και τη βιωμένη Ιστορία. Τελευταία παιδεύομαι με το μέτρο στα ζητούμενα του ανθρώπου. Στοχάζομαι μια λιτή ευημερία, τα απολύτως αναγκαία στη ζωή μας. Τα στοιχειώδη. Πως θα ορθώσουμε το ανάστημά μας, απαλλαγμένοι από τα περιττά.
Πάνω σε σανίδια από ορεινές γέφυρες, ζωγραφίζω κοπιώντες και πεφορτισμένους και τα ελάχιστα απαραίτητα της ζωής: λίγο φαί, νερό να ευπρεπιστούμε, ένα κατάλυμα, και μια πόρτα ανοιχτή.
Η στενότητα και το μήκος των έργων επισημαίνουν τη στενότητα και το μήκος της οδού που διαβαίνουμε ως την απέναντι όχθη. Τα πεπατημένα ξύλα, ανακαλούν το πλήθος των αγνώστων που τα περπάτησαν. Πάνω τους η ζωγραφική, επιμελημένο σήμα απ’ το πέρασμά μας, αντιστέκεται στη ζωή που μας δαπανά αδαπάνητη.
τα στοιχειώδη, η ταινία του Α.Θ.Κιούκα